Το πρώτο πλάνο της ταινίας μας αποκαλύπτει τον τόπο που βρισκόμαστε, στην Κάνδανο Χανίων, στην Κρήτη.
Μια μαρμάρινη επιγραφή στην οποία έχει χαραχτει πρώτα στην Γερμανική και μετά στην Ελληνική γλώσσα «Εδώ υπήρχε η Κάνδανος. Κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών Στρατιωτικών». Η επιτύμβια αυτή στήλη, στο κέντρο της κωμόπολης, αναφέρεται στον αφανισμό της από τους Γερμανούς, στις 3 Ιουνίου 1941, σε αντίποινα για την ένοπλη αντίσταση που έδειξαν οι κάτοικοι κατά την Μάχη της Κρήτης, την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου πολέμου.
Στη συνέχεια μια ειρηνική σκηνή σ’ ένα μονοπάτι του οικισμού μ’ έναν ηλικιωμένο άντρα καβάλα στο γαϊδουράκι του, ένας άλλος άντρας ακολουθεί πεζός. Η πλατεία του χωριού, το απαραίτητο Ζυθεστιατόριον και άλλα καταστήματα, μια μεγάλη παρέα αντρών κάτω από ένα τεράστιο πλατάνι.
Το ταξίδι του κινηματογραφιστή στην Κρήτη συνεχίζεται, μια στάση με το αυτοκίνητο για να απολαύσει η συντροφιά την θέα, τα Λευκά Όρη τριγύρω.
Άντρες συγκεντρώνουν καρέκλες σε σκιερό από δέντρα σημείο, ένας άντρας καπνίζει ναργιλέ σε καφενείο, όπου κάθεται και συνομιλεί με την συντροφιά του κινηματογραφιστή.
Στο τέλος αποχαιρετιούνται με χειραψίες και οι εκδρομείς συνεχίζουν το ταξίδι τους.